
Ήμουν ακίνητη στο ίδιο σημείο επί ώρα. Τα μάτια κλειστά, το σώμα αδειασμένο πάνω στο μαλακό γρασίδι. Ένα μαύρο πουλόβερ από πάνω, ένα τζίν σορτς από κάτω, μαύρο καλσόν και κόκκινές κάλτσες, οι μπότες μου πεταμένες παραδίπλα.
Από μακριά άκουγα τις φωνές τους. Αγγλικά, κάποια με κινέζικη προφορά –"τσίγκλις", όπως τα έλεγαν- λίγα γερμανικά και μερικά τούρκικα – μια πολύχρωμη γλωσσική ποικιλία.
Σε κάποια στιγμή οι φωνές τους άρχισαν να απομακρύνονται, ώσπου χάθηκαν. Άνοιξα τα μάτια.
Είχαν περάσει στην απέναντι πλευρά του δρόμου και κάθονταν δίπλα στην λίμνη. Κάποιος κρατούσε ένα κουκουνάρι και το πετούσε σε κάποιον άλλο, άλλοι δύο κοιτούσαν μέσα στο νερό, ένας άλλος δάγκωνε ένα μήλο.
Έστριψα ένα τσιγάρο, το έβαλα στο στόμα και το άναψα. Ένιωσα σαν μια παράφωνη νότα μέσα σ’ εκείνο το υγειές εξοχικό περιβάλλον.
Ξάπλωσα πίσω και κοίταξα τον ουρανό. Λίγα σύννεφα και ένας ήλιος μεγάλος και ζεστός, κρεμασμένος στα αριστερά, πάνω από μια συστάδα δέντρων. Ήταν περίπου τέσσερις το μεσημέρι.
Να μαι λοιπόν σε μια ξένη χώρα, άγνωστη μεταξύ αγνώστων. Πάντοτε πίστευα πως αυτές είναι οι ιδανικές συνθήκες για ανασυγκρότηση: να μην σε ξέρει κανένας, να μην χρωστάς σε κανέναν, να μην σου χρωστούν, να μην έχουν προηγούμενα μαζί σου, να μην τους απασχολείς εν γένει. Να περνάς απαρατήρητος και να χεις την ευκαιρία να μείνεις μόνος με τον εαυτό σου. Και να σκεφτείς…
Ήρεμία...
Από μακριά άκουγα τις φωνές τους. Αγγλικά, κάποια με κινέζικη προφορά –"τσίγκλις", όπως τα έλεγαν- λίγα γερμανικά και μερικά τούρκικα – μια πολύχρωμη γλωσσική ποικιλία.
Σε κάποια στιγμή οι φωνές τους άρχισαν να απομακρύνονται, ώσπου χάθηκαν. Άνοιξα τα μάτια.
Είχαν περάσει στην απέναντι πλευρά του δρόμου και κάθονταν δίπλα στην λίμνη. Κάποιος κρατούσε ένα κουκουνάρι και το πετούσε σε κάποιον άλλο, άλλοι δύο κοιτούσαν μέσα στο νερό, ένας άλλος δάγκωνε ένα μήλο.
Έστριψα ένα τσιγάρο, το έβαλα στο στόμα και το άναψα. Ένιωσα σαν μια παράφωνη νότα μέσα σ’ εκείνο το υγειές εξοχικό περιβάλλον.
Ξάπλωσα πίσω και κοίταξα τον ουρανό. Λίγα σύννεφα και ένας ήλιος μεγάλος και ζεστός, κρεμασμένος στα αριστερά, πάνω από μια συστάδα δέντρων. Ήταν περίπου τέσσερις το μεσημέρι.
Να μαι λοιπόν σε μια ξένη χώρα, άγνωστη μεταξύ αγνώστων. Πάντοτε πίστευα πως αυτές είναι οι ιδανικές συνθήκες για ανασυγκρότηση: να μην σε ξέρει κανένας, να μην χρωστάς σε κανέναν, να μην σου χρωστούν, να μην έχουν προηγούμενα μαζί σου, να μην τους απασχολείς εν γένει. Να περνάς απαρατήρητος και να χεις την ευκαιρία να μείνεις μόνος με τον εαυτό σου. Και να σκεφτείς…
Ήρεμία...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου